- τηλεδιάσκεψη
- η, Ν(τεχνολ.-τηλεπ.) διάσκεψη στην οποία δύο τουλάχιστον συνομιλητές βρίσκονται σε δύο ή περισσότερους διαφορετικούς τύπους συνδεδεμένους μεταξύ τους με τηλεπικοινωνιακά μέσα.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
τηλεπικοινωνίες — Κάθε μέθοδος κατάλληλη να μεταδώσει πληροφορίες μακρύτερα από εκεί που φτάνει συνήθως η ανθρώπινη φωνή. Από την ευρύτατη αυτή έννοια εξαιρείται η μεταβίβαση γραπτών μηνυμάτων ή άλλων αντικειμένων (ταχυδρομείο) και περιλαμβάνονται μόνο τα οπτικά,… … Dictionary of Greek